Πώς εκδηλώνονται οι όγκοι των ωοθηκών οριακής κακοήθειας;
Όπως οι κύστεις των ωοθηκών, οι όγκοι οριακής κακοήθειας μπορεί να προκαλέσουν πόνο ή πίεση χαμηλά στην κοιλιά. Αρκετές φορές όμως, είναι ασυμπτωματικοί και ανακαλύπτονται τυχαία στη γυναικολογική εξέταση ή στα πλαίσια απεικονιστικού ελέγχου που γίνεται για διαφορετικούς λόγους (π.χ. υπερηχογράφημα έσω γεννητικών οργάνων). Οι όγκοι οριακής κακοήθειας πολύ σπάνια προκαλούν τα συμπτώματα του προχωρημένου καρκίνου των ωοθηκών (βλ. καρκίνος των ωοθηκών).
Ποιες εξετάσεις συμβάλλουν στη διάγνωση των όγκων των ωοθηκών οριακής κακοήθειας;
Αν μετά τη γυναικολογική εξέταση ή το υπερηχογράφημα έσω γεννητικών οργάνων ο Ιατρός διαπιστώσει κάποιον όγκο στην περιοχή των ωοθηκών, πιθανότατα θα σας ζητήσει να υποβληθείτε σε μαγνητική τομογραφία (MRI) κάτω κοιλίας με ενδοφλέβιο σκιαγραφικό. Η κλινική αξία της μέτρησης των καρκινικών δεικτών στο αίμα, όπως ο CA-125, είναι πιο περιορισμένη στους όγκους των ωοθηκών οριακής κακοήθειας. Επί υποψίας εντοπίσεων της νόσου σε άλλα σημεία της κοιλιάς (εκτός ωοθηκών), χρήσιμες πληροφορίες δίνει ο περαιτέρω απεικονιστικός έλεγχος με αξονική τομογραφία (CT) με ενδοφλέβιο και από του στόματος σκιαγραφικό. Σε κάθε περίπτωση, η οριστική διάγνωση της νόσου γίνεται μόνο μετά την εξαίρεση και ιστολογική εξέταση (βιοψία) του όγκου. Η διεγχειρητική βιοψία (ταχεία βιοψία) είναι χρήσιμη για να καθορίσει το πλάνο της χειρουργικής επέμβασης, αλλά δεν έχει την ίδια ακρίβεια στους όγκους των ωοθηκών οριακής κακοήθειας, ιδιαίτερα αν είναι ευμεγέθεις και βλεννώδεις.
Τί πρέπει να κάνω αν υπάρχει υποψία πως έχω όγκο των ωοθηκών οριακής κακοήθειας;
Αν οι εξετάσεις δείξουν αυξημένη πιθανότητα για όγκο των ωοθηκών οριακής κακοήθειας, το επόμενο βήμα για την ασθενή είναι να επισκεφθεί Γυναικολόγο-Ογκολόγο, δηλαδή Γυναικολόγο με επίσημη εξειδίκευση στη διαχείριση των γυναικολογικών καρκίνων. Αυτό είναι ακόμα πιο σημαντικό με δεδομένο πως τα απεικονιστικά χαρακτηριστικά των όγκων των ωοθηκών οριακής κακοήθειας και του καρκίνου είναι παρεμφερή. Ο Γυναικολόγος-Ογκολόγος έχει όλες τις απαραίτητες γνώσεις και τεχνικές δεξιότητες προκειμένου να αξιολογήσει την ασθενή, να της παρέχει την ενδεικνυόμενη χειρουργική θεραπεία και να συντονίσει τη μετέπειτα παρακολούθησή της.
Ποια είναι η κλασική θεραπεία των όγκων των ωοθηκών οριακής κακοήθειας;
Η κλασική θεραπεία των όγκων των ωοθηκών οριακής κακοήθειας είναι χειρουργική και περιλαμβάνει:
- Τη συλλογή του ελεύθερου περιτοναϊκού υγρού προς κυτταρολογική εξέταση. Διαφορετικά, ο παραπάνω έλεγχος γίνεται σε έκπλυμα της περιτοναϊκής κοιλότητας
- Την αφαίρεση του όγκου (μεμονωμένα ή μαζί με την υπόλοιπη ωοθήκη +/- τη σύστοιχη σάλπιγγα), καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια να μην ραγεί η κάψα του. Το παρασκεύασμα αυτό στέλνεται για ταχεία βιοψία, κατά την οποία ο Παθολογοανατόμος θα απαντήσει σε μικρό χρονικό διάστημα αν πρόκειται για καρκίνο, όγκο οριακής κακοήθειας ή καλόηθες μόρφωμα. Επί όγκου των ωοθηκών οριακής κακοήθειας, η χειρουργική επέμβαση συνεχίζεται με βάση τα παρακάτω
- Την αφαίρεση της μήτρας μετά του τραχήλου (ολική υστερεκτομή) και του ετερόπλευρου εξαρτήματος (σάλπιγγας και ωοθήκης)
- Την επιπλεκτομή
- Την προσεκτική εξέταση των περιτοναϊκών επιφανειών για τυχόν μεταστατικές εστίες της νόσου. Σε περίπτωση που βρεθούν οζίδια ή συμφύσεις που θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν μεταστάσεις, επιβάλλεται η εξαίρεσή τους. Διαφορετικά, λαμβάνονται τυχαίες βιοψίες από την πύελο, τις παρακολικές αύλακες και τις περιτοναϊκές επιφάνειες των διαφραγμάτων
- Την εκτέλεση σκωληκοειδεκτομής, αν ο ιστολογικός τύπος είναι βλεννώδης
Στους όγκους των ωοθηκών οριακής κακοήθειας δεν επιβάλλεται η αφαίρεση των πυελικών και παραορτικών λεμφαδένων στα πλαίσια της σταδιοποίησης της νόσου.
Πως αντιμετωπίζονται οι γυναίκες μικρότερης ηλικίας που επιθυμούν να διατηρήσουν το αναπαραγωγικό τους δυναμικό ή να αποφύγουν την εμμηνόπαυση;
Αρκετά συχνά οι όγκοι των ωοθηκών οριακής κακοήθειας διαγιγνώσκονται σε γυναίκες <40 ετών που επιθυμούν να τεκνοποιήσουν ή να αποφύγουν τις επιπτώσεις της πρώιμης εμμηνόπαυσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η διατήρηση της μήτρας και της ετερόπλευρης σάλπιγγας και ωοθήκης, εφ’ όσον δεν πάσχουν, είναι αποδεκτή. Η εξαίρεση του όγκου από την πάσχουσα πλευρά μπορεί να γίνει μεμονωμένα ή μαζί με τη σύστοιχη σάλπιγγα και ωοθήκη. Στην τελευταία περίπτωση, η πιθανότητα μελλοντικής υποτροπής είναι μικρότερη. Τα υπόλοιπα βήματα της χειρουργικής επέμβασης (π.χ. επιπλεκτομή, λήψη βιοψιών) ακολουθούν την κλασική θεραπεία των όγκων των ωοθηκών οριακής κακοήθειας, ως ανωτέρω. Ανάλογα με τα αποτελέσματα της ιστολογικής εξέτασης, οι τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (π.χ. εξωσωματική γονιμοποίηση, κρυοσυντήρηση ωαρίων/εμβρύων) είναι αποδεκτές μετεγχειρητικά και πρέπει πάντα να εφαρμόζονται από Ιατρούς με εξειδίκευση στη γυναικεία αναπαραγωγή.
Μπορεί η αντιμετώπιση των όγκων των ωοθηκών οριακής κακοήθειας να γίνει με τις τεχνικές της ελάχιστα επεμβατικής χειρουργικής (λαπαροσκόπηση, ρομποτική χειρουργική);
Η λαπαροσκοπική και ρομποτική χειρουργική αντιμετώπιση των όγκων των ωοθηκών οριακής κακοήθειας δεν αυξάνει την πιθανότητα υποτροπής της νόσου, αρκεί να εκτελούνται από έμπειρους Γυναικολόγους-Ογκολόγους σε αυτές που λαμβάνουν όλες τις σχετικές προφυλάξεις. Σε αυτά τα πλαίσια, στα πλεονεκτήματα της λαπαροσκοπικής και ρομποτικής χειρουργικής περιλαμβάνονται:
- H πολύ λιγότερη απώλεια αίματος
- H μικρότερη πιθανότητα λοιμώξεων του χειρουργικού τραύματος ή μετεγχειρητικής κήλης
- H ελαχιστοποίηση του μετεγχειρητικού πόνου
- H ταχύτερη ανάρρωση των ασθενών
- Το καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα στην περιοχή των τομών
Χρειάζεται χημειοθεραπεία μετά τη χειρουργική αντιμετώπιση;
Η χορήγηση χημειοθεραπείας στους όγκους των ωοθηκών οριακής κακοήθειας δεν έχει φανεί πως βελτιώνει τα ογκολογικά αποτελέσματα. Επομένως, με τα υπάρχοντα δεδομένα, δεν συστήνεται από τις μεγάλες επιστημονικές εταιρίες του εξωτερικού. Εξαίρεση σε αυτό είναι η ανεύρεση διηθητικών εμφυτεύσεων του περιτοναίου.
Υπάρχει πιθανότητα υποτροπής της νόσου στο μέλλον;
Η πιθανότητα υποτροπής της νόσου καθορίζεται κυρίως από το είδος της αρχικής χειρουργικής αντιμετώπισης, το στάδιο της νόσου και τα επιμέρους ιστολογικά χαρακτηριστικά της. Στις επεμβάσεις διατήρησης της γονιμότητας και εφ’ όσον η νόσος είναι αρχικού σταδίου, η πιθανότητα υποτροπής κυμαίνεται μεταξύ 7% και 30%. Στη μεγάλη πλειοψηφία των υποτροπών, η νόσος εκδηλώνεται και πάλι ως όγκος οριακής κακοήθειας, ενώ η εξέλιξη σε καρκίνο των ωοθηκών είναι σπάνια. Σε αυτά τα πλαίσια, η μακροχρόνια παρακολούθηση της ασθενούς σε τακτικά χρονικά διαστήματα με κλινική εξέταση, απεικονιστικό έλεγχο και μέτρηση των καρκινικών δεικτών είναι σημαντική.