Σε αυτά τα πλαίσια, ίσως χρειαστεί να πάρει και βιοψίες. Επιπλέον, η κολποσκόπηση χρησιμοποιείται για τον καλύτερο έλεγχο αλλοιώσεων του αιδοίου, του κόλπου ή του τραχήλου της μήτρας που γίνονται αντιληπτές κατά την κλινική εξέταση (π.χ. κονδυλώματα).
Πώς γίνεται η κολποσκόπηση;
Η κολποσκόπηση πραγματοποιείται στο ιατρείο με τη χρήση του κολποσκοπίου, δηλαδή ενός μικροσκοπίου, και διαρκεί περίπου 5-10 λεπτά. Η γυναίκα κάθεται στη συνήθη γυναικολογική θέση και ο Ιατρός τοποθετεί τον κολποδιαστολέα προκειμένου να εντοπίσει τον τράχηλο της μήτρας, στον οποίο και απλώνει με βαμβακοφόρο στυλεό ένα ειδικό διάλυμα (οξικό οξύ). Σε κάποιες περιπτώσεις, η ασθενής αναφέρει ένα παροδικό αίσθημα καύσου, χωρίς, όμως, να πονάει. Με το κολποσκόπιο σε μικρή απόσταση από τη γεννητική περιοχή αναγνωρίζονται οι ύποπτες περιοχές και καταγράφεται η ακριβής εντόπισή τους, το μέγεθος και το είδος της αλλοίωσης.
Αν απαιτηθούν βιοψίες, αυτές λαμβάνονται με τη χρήση ειδικών εργαλείων και συνοδεύονται από μια μικρή ενόχληση για τη γυναίκα. Στη συνέχεια, ο Ιατρός πιθανώς να χρησιμοποιήσει ένα ειδικό διάλυμα για αιμόσταση. Τα αποτελέσματα των βιοψιών, συνήθως, καθορίζουν αν θα χρειαστεί κάποια περαιτέρω θεραπεία.
Τι προετοιμασία χρειάζεται πριν την κολποσκόπηση;
Για τουλάχιστον 24 ώρες πριν την κολποσκόπηση, η γυναίκα θα πρέπει να αποφεύγει τις κολπικές πλύσεις, τη σεξουαλική επαφή, τη χρήση ταμπόν και κολπικών κρεμών. Επίσης, η εξέταση θα πρέπει να μην προγραμματίζεται στη διάρκεια της περιόδου. Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να πραγματοποιηθεί κολποσκόπηση, εφ’ όσον υπάρχει η αντίστοιχη ένδειξη. Η λήψη βιοψιών, συνήθως, αναβάλλεται για αργότερα.
Τι αναμένεται μετά την κολποσκόπηση;
Εάν η κολποσκόπηση ολοκληρωθεί χωρίς τη λήψη βιοψίας, η γυναίκα μπορεί άμεσα να επιστρέψει στις συνήθεις δραστηριότητές της. Σε περίπτωση βιοψίας, μπορεί να αισθάνεται ήπιο άλγος και να αναφέρει μικρή ροή αίματος από τον κόλπο. Οι κολπικές εκκρίσεις καφέ ή μαύρου χρώματος οφείλονται στο διάλυμα που χρησιμοποιεί ο Ιατρός για αιμόσταση και σταματούν μετά από λίγες μέρες. Για τουλάχιστον δύο μέρες από τη λήψη βιοψίας, η ασθενής θα πρέπει να αποφεύγει τις κολπικές πλύσεις, τη σεξουαλική επαφή, τη χρήση ταμπόν και κολπικών κρεμών. Σε περίπτωση μεγάλης ή παρατεταμένης κολπικής αιμόρροιας, πυρετού, δύσοσμων κολπικών εκκρίσεων και έντονου κοιλιακού άλγους θα πρέπει να υπάρχει άμεση επικοινωνία με τον Ιατρό.